- ἐθνικαί
- ἐθνικόςnationalfem nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
TAE Greek National Airlines — Infobox Airline airline = TAE Greek National Airlines image size = 250 IATA = GK ICAO = TAE callsign = Greek parent = founded = 1951 ceased = 1957 headquarters = Athens, Greece hubs = Athens Hellenikon Airport fleet size = 18 destinations = 16… … Wikipedia
Onomastikon — (griechisch ὀνομαστικόν, von ὄνομα „Name“; Plural Onomastika) bezeichnet Werke antiker Gelehrsamkeit, deren Gegenstand die Zusammenstellung und Untersuchung von Namen und Begriffen eines bestimmten Fachgebiets war. Dabei wurden die Begriffe… … Deutsch Wikipedia
καλλίμαχος — I (Κυρήνη 310; – Αλεξάνδρεια 240; π.Χ.). Ποιητής και φιλόλογος. Υπήρξε ο πιο τυπικός εκπρόσωπος του αλεξανδρισμού. Ο Κ. περηφανευόταν ότι καταγόταν από τον Βάττο, τον ιδρυτή της Κυρήνης, και γι’ αυτό αποκαλούσε τον εαυτό του Βαττιάδη. Εγκατέλειψε … Dictionary of Greek
περιουσία — Στο ιδιωτικό δίκαιο ο όρος έχει σημασία διαφορετική από εκείνη που αποδίδεται συνήθως σ’ αυτόν: δηλώνει το σύνολο των υποκειμένων σε οικονομική αξιολόγηση σχέσεων, που αναφέρονται σε ένα υποκείμενο της νομικής τάξης. Με την έννοια αυτή, κάθε… … Dictionary of Greek
σύσταση — η / σύστασις, ΝΜΑ, και αττ. τ. ξύστασις Α [συνίστημι] 1. σύνθεση, κατασκευή 2. συγκρότηση, συναρμολόγηση 3. ίδρυση, σχηματισμός (α. «σύσταση ανώνυμης εταιρείας» β. «σύστασις ἐπιβουλῆς», Πολ.) 4. φυσική σύνθεση, υφή, υπόσταση (α. «υδαρούς… … Dictionary of Greek
Αυγουστίνος — I (Γεώργιος Λαμπαρδάκης, Βουκολιές Χανίων Κρήτης 1938 –). Μητροπολίτης Γερμανίας και έξαρχος Κεντρώας Ευρώπης. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή Χάλκης και μετεκπαιδεύτηκε στα πανεπιστήμια Σάλτσμπουργκ, Μίνστερ και Βερολίνου Γερμανίας (1960 66). Το… … Dictionary of Greek